Ο έξυπνος εργάτης

Περασμένα χρόνια στη Κρήτη, σε ένα μικρό χωριό κοντά στο Αρκαλοχώρι, έχτιζαν δυο ζευγάρια χτίστες ένα πετρότοιχο. Το αφεντικό τους λυπόταν να χάσει δουλειά από τους εργάτες και στενοχωριόταν ακόμη και για την ώρα που έχαναν όταν τρώγανε το φαγητό τους.

Ο έξυπνος εργάτης
Εκείνη την ημέρα ήταν περασμένο το μεσημέρι ώρα πολλή κι ιδέα δεν είχε να σταματήσουν το χτίσιμο, για να φάνε το μεσημεριάτικο. Ο πιο τολμηρός χτίστης στην απογοήτευσή του το έφερε από το πλάι.

- Αφεντικό, προλαβαίνει κανείς μέχρι το μεσημέρι να πάει στο Αρκαλοχώρι να πάρει τσιγάρα;

- Εδά μπλειό(1) μεσημέρι! Αυτό είναι περασμένο από ώρα! Του είπε.

- Ε, και γιάντα(2) δεν τρώμε;

(1) Εδά μπλειό = τώρα πιά

(2) γιάντα = γιατί