Η πρώτη του Μάη, είναι μέρα ορόσημο για τους αγώνες του εργάτη.
Οι αιματοβαμμένες εξεγέρσεις των εργατών του Σικάγο στις αρχές Μάη του 1886, έγιναν ύστερα από επιτυχημένες διεκδικήσεις των εργατών στον Καναδά το 1872.
Δύο χρόνια νωρίτερα, το 1884, πάρθηκε στο συνέδριο της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Εργασίας η απόφαση να γίνουν την πρώτη Μάη του 1886 απεργιακές κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις στο Σικάγο, το μεγαλύτερο τότε βιομηχανικό κέντρο των ΗΠΑ. Αίτημα η μείωση των ωρών εργασίας και σύνθημα "Οχτώ ώρες δουλειά, οχτώ ώρες ανάπαυση, οχτώ ώρες ύπνο".
Εκείνη τη μέρα, 1η Μαΐου του 1886, 400.000 άνθρωποι συμμετείχαν στις απεργίες που γίνονταν σε όλη την χώρα, και πάνω από 80.000 στο Σικάγο. Αυτό το Σάββατο του 1886, μια εργάσιμη μέρα, οι εργάτες, ξεκίνησαν με τις γυναίκες και τα παιδιά τους για να διαδηλώσουν ειρηνικά στο χώρο της συγκέντρωσης στην πλατεία Haymarket.
Αφού περάσει η Διακαινήσιμος Εβδομάδα, η Εκκλησία μας, την πρώτη Κυριακή μετά το Πάσχα γιορτάζει την Ψηλάφηση του αποστόλου Θωμά.
Όπως μπορούμε να διαβάσουμε και στο Ευαγγέλιο, που ακούγεται αυτή την Κυριακή στους ορθόδοξους ναούς, η εμφάνιση του Κυρίου στους δέκα μαθητές του, που ήταν κρυμμένοι σ΄ ένα σπίτι, έγινε την ημέρα της Ανάστασής Του. Έλειπε όμως ένας μαθητής του, ο Θωμάς. Όταν συνάντησε τους άλλους μαθητές κι αυτοί του είπαν ότι τους επισκέφτηκε ο Κύριος και τους είπε να έχουν ειρήνη μεταξύ τους και μέσα στις καρδιές τους, ο Θωμάς δεν το πίστεψε. Έδειξε μάλιστα τέτοια δυσπιστία, που ήθελε να έχει χειροπιαστές αποδείξεις· ήθελε να ψηλαφίσει, να αγγίξει τις πληγές από τα καρφιά του Σταυρού κι απ΄ τη λόγχη του στρατιώτη στην πλευρά του Κυρίου.
Με την ονομασία Διακαινήσιμος ή Διακαινήσιμος εβδομάδα, ή Εβδομάδα Διακαινησίμου (επίσημα: Διακαινήσιμος εβδομάς), ονομάζεται κατά τη χριστιανικό εορτολόγιο η εβδομάδα που αρχίζει από την Κυριακή του Πάσχα και λήγει την αμέσως επόμενη, την Κυριακή του Θωμά.
Η ονομασία της οφείλεται πιθανότατα στο γεγονός ότι κατά τη νύχτα του Μεγάλου Σαββάτου προς Κυριακή του Πάσχα βαπτιζόταν ομαδικά οι κατηχούμενοι οπότε και άρχιζε η πνευματική ανακαίνιση τους. Σε ένδειξη αυτής της ανακαίνισης και ταυτόχρονα αναγέννησης και "πνευματικής καθαρότητας οι νεοβαπτισμένοι έφεραν καθ΄ όλην αυτή την εβδομάδα λευκά ενδύματα, εξ ου και αποκαλούμενη "λευκή εβδομάδα". Ο Αυγουστίνος χαρακτηρίζει επίσης την ίδια εβδομάδα ως "οκτώ ημέρες των νεοφύτων" (ή νεοβαπτισθέντων ή και νεοφωτίστων).
Το Χριστιανικό Πάσχα, ή κοινώς Πασχαλιά ή ελληνοπρεπώς Λαμπρή, και ειδικότερα η Ανάσταση του Χριστού ή απλώς Ανάσταση, είναι η σπουδαιότερη γιορτή του χριστιανικού εκκλησιαστικού έτους.
Γιορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά την πανσέληνο που ακολουθεί την εαρινή ισημερία της 21ης Μαρτίου μη συμπεριλαμβανομένης, κατά το Ιουλιανό ημερολόγιο στην Ορθόδοξη εκκλησία και κατά το Γρηγοριανό στην Ρωμαιοκαθολική. Γιορτάζεται η ανάσταση του Ιησού Χριστού που πιστεύεται ότι έγινε το 33 μ.Χ.
Με τον όρο Ανάσταση αναφερόμαστε είτε στην εβδομάδα της Ανάστασης μέχρι το Σάββατο της Διακαινησίμου, είτε στην περίοδο των 50 ημερών που ακολουθούν την εορτή της Ανάστασης, όπου και η καλούμενη τελευταία ημέρα (αριθμητικά) Πεντηκοστή.
Η εορτή της Ανάστασης του Ιησού Χριστού, λόγω της σπουδαιότητός της, επηρεάζει το εορτολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας τόσο 40 ημέρες πριν από αυτό (Μεγάλη Τεσσαρακοστή, Τριώδιο) όσο και 50 ημέρες μετά (περίοδος Πεντηκοσταρίου). Οι ακολουθίες που τελούνται τότε έχουν αρχαιοπρέπεια (ανάγονται στους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού όπως η αφή του Αγίου Φωτός), κατάνυξη και λαμπρότητα, και περιγράφονται λεπτομερώς στο τυπικό της Εκκλησίας.
Το πρωί του M. Σαββάτου, φύλλα δάφνης σκορπίζονται στο δάπεδο των εκκλησιών συμβολίζοντας την δόξα και την νίκη του Χριστού πάνω στον θάνατο. Τα μεσάνυχτα εορτάζεται η Ανάσταση. Είναι έθιμο να πάρει ο καθένας το κερί του στο σπίτι προσπαθώντας να μην σβήσει στον δρόμο, φέρνοντας το Αναστάσιμο φως, ευλογία για τον υπόλοιπο χρόνο. Γίνεται πραγματικός πόλεμος από τα βαρελότα και τα βεγγαλικά που δεν σέβονται ούτε τα γένια του δεσπότη.
Η πιο σημαντική και όμορφη γιορτή για τους Έλληνες είναι το Πάσχα. Κατά το έθιμο, μετά την 50ήμερη νηστεία,ψήνονται αρνιά και τρώγονται τα κόκκινα αυγά που έχουν ετοιμασθεί για τις Πασχαλινές ημέρες. Απαραίτητο συμπλήρωμα του Πασχαλινού τραπεζιού είναι το Λαμπρόψωμο που οι νοικοκυρές συνήθιζαν να ψήνουν την Μεγάλη Πέμπτη. Είναι διακοσμημένο με το σχήμα του Σταυρού και ένα κόκκινο αυγό στο κέντρο. Το κόκκινο ήταν βασιλικό χρώμα και τα αυγά βάφονται βράζοντάς τα με ένα ειδικό φύκι που πουλιέται στην αγορά του Αργοστολίου πριν το Πάσχα.
Η εκκλησία στολίζεται με κλαδιά φοίνικα (σύμβολο νίκης πάνω στο θάνατο) και φτιάχνονται τα βάγια, μικροί σταυροί από φύλλα φοίνικα δεμένα με κλαδάκια ελιάς (σύμβολο ειρήνης) δεντρολίβανο (σύμβολο ανάμνησης)δάφνη (σύμβολο νίκης)και φασκόμηλο (σύμβολο σωτηρίας). Κάθε ένας από το εκκλησίασμα παίρνει ένα ματσάκι από τον ιερέα πρίν φύγει από την εκκλησία.
ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ: Τα παιδιά γύριζαν στις γειτονιές λέγοντας τα κάλαντα του Λαζάρου. Κρατούσαν τριζόνια στα χέρια τους.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ: Στους νιόπαντρους έδιναν ένα ξεχωριστό βάγιο, το οποίο ονομαζόταν βαγιοφόρα. Είχε επάνω του εκτός από τα συνηθισμένα φυτά των υπόλοιπων κοινών βάγιων και κόκκινες διπλές βιολέτες. Οι βαγιοφόρες προσφέρονταν στους νιόπαντρους μέσα σε ένα δίσκο και αυτοί έδιναν χρήματα καθώς έπαιρναν το βάγιο.
Το συνηθισμένο φαγητό της ημέρας είναι ψάρι και ιδίως μπακαλεόπιτα ή κοφισόπιτα.
Το Πάσχα στην Κύπρο, σύμφωνα με τον μακαριστό εξέχοντα λαογράφο Γεώργιο Χ. Παπαχαρλάμπους, αποκαλείται στο κυπριακό γλωσσικό ιδίωμα «Πάσκαν».
Πάσχα ονομάζονται στην Κύπρο και οι εορτές των Χριστουγέννων και της Παναγίας, στις 15 Αυγούστου, επειδή προηγούνται νηστείες. Οι άνθρωποι στα χωριά, αλλά και στις πόλεις εύχονται ο ένας στον άλλον «Καλό Πάσκαν να φθάσωμεν».
Ο κ. Παπαχαραλάμπους αναφέρει ότι παλιότερα την Μεγάλη Πέμπτη δεν εργάζονταν οι σιδηρουργοί για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες τους, διότι ο Πιλάτος τους ζήτησε τρία καρφιά για την Σταύρωση του Χριστού και αυτοί έκαναν περισσότερα.
Σύμφωνα με τον ίδιο την Μ. Πέμπτη στις εικόνες των εκκλησιών κρεμούν μαύρα καλύμματα και το βράδυ γίνεται αναπαράσταση της Σταύρωσης. Ο ιερέας συνοδευόμενος από τους ψάλτες περιφέρει τον Εσταυρωμένο και τον τοποθετεί στο κέντρο του ναού.
Οι εκκλησιαζόμενοι έβαζαν κάτω από το αναλόγιο φιάλες με νερό για να αγιαστεί την ώρα που ο παπάς διάβαζε τα 12 ευαγγέλια. Το νερό αυτό χρησίμευε για αγιασμό και για το προζύμι των πασχαλινών άρτων.
Ο ιστότοπος αυτός, χρησιμοποιεί μικρά αρχεία που λέγονται cookies τα οποία βοηθούν να βελτιωθεί η περιήγησή σας. Αν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτόν τον ιστότοπο, θα υποθέσουμε ότι συμφωνείτε με αυτή την πολιτική...