Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι
Μουσκέψανε τα λόγια που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές
Όλα τα λόγια που είχανε μοναδικό τους προορισμόν Εσένα!
Κατά που θ' απλώσουμε τα χέρια μας τώρα που δε μας λογαριάζει πια ο καιρός
Κατά που θ' αφήσουμε τα μάτια μας τώρα που οι μακρινές γραμμές ναυάγησαν στα σύννεφα
Τώρα που κλείσανε τα βλέφαρά σου απάνω στα τοπία μας
Κι είμαστε - σα να πέρασε μέσα μας η ομίχλη -
Μόνοι ολομόναχοι τριγυρισμένοι απ' τις νεκρές εικόνες σου.
«Εκείνο»
Εκείνο που ζήτησα από τη ζωή
μου τώδωσε
ίσως και δίχως να το θέλει
εκείνο που της ζήτησα
το πήρα σαν ψωμί μέσ' απ' τα τα δόντια της,
γιαυτό σαν βλέπω λίγο εσύ να μου μακραίνεις
λίγο πως πας να κουραστείς
πως μένεις πίσω από τα βήματά μου
είμαι έτοιμος να βγάλω μια φωνή:
βοήθεια!
«Κοιμητήριο»
Εδώ κοίτονται όσοι απόμειναν πίσω.
Όσοι ξέχασαν και ξεχάστηκαν,
Όσοι σκότωσαν και σκοτώθηκαν.
Ψυχές που απογυμνώθηκαν
Στην οδύνη, μες στη μάταιη θλίψη.
Όσοι αρνήθηκαν το σώμα και το αίμα.
Οι πολύ ωραίοι, οι πολύ άγονοι,
Οι λυπημένοι, οι απαρηγόρητοι.
Τόσες ψυχές μες στην ψυχή μου.
«Τα Παράθυρα»
Σ' αυτές τες σκοτεινές κάμαρες, που περνώ
μέρες βαρυές, επάνω κάτω τριγυρνώ
για νά 'βρω τα παράθυρα.- Όταν ανοίξει
ένα παράθυρο θά 'ναι παρηγορία.
-Μα τα παράθυρα δεν βρίσκονται, ή δεν μπορώ να τά 'βρω.
Και καλλίτερα ίσως να μην τα βρω.
Ίσως το φως θά 'ναι μια νέα τυραννία.
Ποιος ξέρει τι καινούρια πράγματα θα δείξει.
Κωνσταντίνος Καβάφης
- Παλιέ μου φίλε τί γυρεύεις;
χρόνια ξενιτεμένος ήρθες
με εικόνες που έχεις αναθρέψει
κάτω από ξένους ουρανούς
μακριά απ' τον τόπο το δικό σου.
- Γυρεύω τον παλιό μου κήπο·
τα δέντρα μού έρχουνται ώς τη μέση
κι οι λόφοι μοιάζουν με πεζούλια
κι όμως σαν ήμουνα παιδί
έπαιζα πάνω στο χορτάρι
κάτω από τους μεγάλους ίσκιους
κι έτρεχα πάνω σε πλαγιές
ώρα πολλή λαχανιασμένος.
Ο ιστότοπος αυτός, χρησιμοποιεί μικρά αρχεία που λέγονται cookies τα οποία βοηθούν να βελτιωθεί η περιήγησή σας. Αν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτόν τον ιστότοπο, θα υποθέσουμε ότι συμφωνείτε με αυτή την πολιτική...