Το Πάσχα στην Κύπρο, σύμφωνα με τον μακαριστό εξέχοντα λαογράφο Γεώργιο Χ. Παπαχαρλάμπους, αποκαλείται στο κυπριακό γλωσσικό ιδίωμα «Πάσκαν».
Πάσχα ονομάζονται στην Κύπρο και οι εορτές των Χριστουγέννων και της Παναγίας, στις 15 Αυγούστου, επειδή προηγούνται νηστείες. Οι άνθρωποι στα χωριά, αλλά και στις πόλεις εύχονται ο ένας στον άλλον «Καλό Πάσκαν να φθάσωμεν».
Ο κ. Παπαχαραλάμπους αναφέρει ότι παλιότερα την Μεγάλη Πέμπτη δεν εργάζονταν οι σιδηρουργοί για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες τους, διότι ο Πιλάτος τους ζήτησε τρία καρφιά για την Σταύρωση του Χριστού και αυτοί έκαναν περισσότερα.
Σύμφωνα με τον ίδιο την Μ. Πέμπτη στις εικόνες των εκκλησιών κρεμούν μαύρα καλύμματα και το βράδυ γίνεται αναπαράσταση της Σταύρωσης. Ο ιερέας συνοδευόμενος από τους ψάλτες περιφέρει τον Εσταυρωμένο και τον τοποθετεί στο κέντρο του ναού.
Οι εκκλησιαζόμενοι έβαζαν κάτω από το αναλόγιο φιάλες με νερό για να αγιαστεί την ώρα που ο παπάς διάβαζε τα 12 ευαγγέλια. Το νερό αυτό χρησίμευε για αγιασμό και για το προζύμι των πασχαλινών άρτων.
Μπορεί στην Ελλάδα το Πάσχα να σημαίνει Ανάσταση του Θεανθρώπου και... λουκούλλεια γεύματα με ψητό κατσίκι στη σούβλα, κόκκινα αβγά και αδιάκοπο χορό, αλλά σε ορισμένες γωνίες του πλανήτη οι παραδόσεις του Πάσχα κρύβουν πολλές ιδιομορφίες.
Ένα από τα πιο περίεργα έθιμα του Πάσχα συμβαίνει στην Τσεχία, την Ουγγαρία και τη Σλοβακία. Η παράδοση προστάζει οι άνδρες να μαστιγώνουν(!) τις γυναίκες τους τη Μεγάλη Δευτέρα. Αφού τις βρέξουν με μπόλικο νερό, έπειτα τις μαστιγώνουν με χειροποίητα μαστίγια, φτιαγμένα από ιτιά και διακοσμημένα με κορδέλες στα άκρα τους. Το μαστίγωμα έχει συμβολική σημασία. Σύμφωνα με το θρύλο οι γυναίκες μαστιγώνονται από τους συζύγους τους, ώστε να διατηρούν την ομορφιά και την υγεία τους την επόμενη χρονιά. Η ομορφιά θέλει θυσίες!!!
Στη Φινλανδία τα παιδιά μασκαρεύονται και ζητιανεύουν στους δρόμους, ενώ στα χέρια τους κρατούν δύο μπαγκέτες. Στην δυτική, μάλιστα, Φινλανδία τα πυροτεχνήματα είναι το κέντρο της προσοχής. Η παράδοση έχει και εδώ συμβολική σημασία, αφού σκοπός των κρότων και των πυροτεχνημάτων είναι να τρομάξουν τις μάγισσες που περιφέρονται ελεύθερες στο χρονικό διάστημα μεταξύ Μεγάλης Παρασκευής και Μεγάλου Σαββάτου.
Είναι τρεις η ώρα μετά τα μεσάνυχτα και σπάνιοι οι διαβάτες στο δρόμο. Είναι οι τελευταίοι που γυρίζουν από την πρώτη Ανάσταση και πηγαίνουν βιαστικοί στα σπίτια τους. Σε λίγο τίποτε πια δεν ακούγεται και νεκρική σιγή βασιλεύει σ' όλη την τούρκικη συνοικία του Ηρακλείου. Ξαφνικά, ανοίγει αθόρυβα η αυλόπορτα ενός μεγάλου σπιτιού και προβάλλει ανθρώπινο κεφάλι. Γυρίζει δεξιά και αριστερά και παρατηρεί με προσοχή μέσα στα σκοτάδι. Τραβιέται μέσα και πάλι ξαναφαίνεται και κοιτάζει με προσοχή.
- Ελάτε, δεν είναι κανένας, ακούγεται χαμηλή φωνή.
Τρεις σκιές, η μια μεγάλη και οι δύο μικρότερες, βγήκανε στο δρόμο.
- Πάμε γρήγορα, ψιθύρισε ο ψηλός άντρας πάμε γρήγορα, γιατί αργήσαμε και θα μας περιμένει. Σκέπασε το πρόσωπο με το μαντήλι σου, Εσμέ! Ρεσίτ, δός μου το χέρι σου!
Περπατούσανε κι οι τρεις σιωπηλοί στο σκοτάδι. Μόλις όμως έστριψαν το στενό σοκάκι, βρήκανε μια γριά, που κρατούσε στο χέρι της αναμμένη λαμπάδα. Περπατούσε με κόπο, γιατί ήταν πολύ γριά. Και φρόντιζε με το αδειανό χέρι να προφυλάξει τη λαμπάδα της από τον αέρα, για να φέρει στο σπίτι το φως της Αναστάσεως, που πήρε από την εκκλησιά.
Θυμάμαι από μικρός την γιαγιά μου, να μένει ξύπνια μέχρι αργά, για να κάνει όλες τις δουλειές έως την Μ. Πέμπτη το βράδυ, γιατί όπως μου έλεγε «Την Μ. Παρασκευή, δε πρέπει να κάνουμε τίποτα, καμία δουλειά του σπιτιού.» Αφού λοιπόν έβαφε τα αυγά, τα έκρυβε για να μην τα βρει η πένθιμη μέρα, έκανε το σταυρό της και προετοιμαζόταν για την νηστεία, που θα γινόταν ακόμα πιο σκληρή από το επόμενο πρωί.
Μεγάλη Παρασκευή, μία ημέρα απόλυτης νηστείας, η Εκκλησία μας θυμίζει και βιώνει την πορεία του Ιησού προς τον Σταυρό και τον θάνατο, την ταφή του και, εν τέλει, την πλήρη επικράτηση του κακού επί του καλού, μέχρι το δεύτερο να θριαμβεύσει ξανά με την Ανάσταση.
Τα 12 Ευαγγέλια που διαβάζονται την Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ και τα 5 την Μεγάλη Παρασκευή το πρωί μας παρουσιάζουν τα δραματικά γεγονότα από όλους τους Ευαγγελιστές.
Με τον τρόπο αυτό ζούμε την προδοσία και τη σύλληψη, την ανάκριση και τους εξευτελισμούς, την θανατική καταδίκη από τους Αρχιερείς και τον Πιλάτο, την άρνηση και τη μετάνοια του Πέτρου, την πορεία προς το Γολγοθά, τη Σταύρωση, το Θάνατο, την Αποκαθήλωση, την ταφή και τη σφράγιση του μνημείου.
Το αυγό, πανάρχαιο σύμβολο της γένεσης του κόσμου, της γέννησης της ζωής, το συναντάμε σε πολλές λατρείες, τόσο πρωτόγονες, όσο και περισσότερο εξελιγμένες.
Μια παράδοση αιώνων σε όλο σχεδόν τον κόσμο είναι το βάψιμο των αυγών. Την Μεγάλη Πέμπτη είναι το κατ' εξοχήν έθιμο που κυριαρχεί. Το επικρατέστερο χρώμα είναι το κόκκινο, γιατί είναι το χρώμα της χαράς, της Ανάστασης, της ελπίδας, της Αναγέννησης αλλά και της αποτροπής. Σχέδια, τρόποι βαψίματος και μύθοι για την επικράτηση αυτής της παράδοσης υπάρχουν αρκετά.
Σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση, το Πάσχα βάφουμε κόκκινα αβγά επειδή συμβολίζουν το αίμα του Χριστού που έδωσε για τη σωτηρία του κόσμου.
Υπάρχει ένας μύθος που λέει πως μια μέρα μετά την Ανάσταση του Χριστού, η Μαρία η Μαγδαληνή πήγε στον Τιβέριο Καίσαρα και του ανακοίνωσε ότι αναστήθηκε ο Κύριος και ότι ακριβώς συνέβη. Δίπλα τους εκείνη τη στιγμή υπήρχε ένας άνθρωπος που κρατούσε ένα καλάθι με αυγά. Ο Καίσαρας έδειξε απορημένος και είπε στη Μαγδαληνή ότι, εάν αυτό που λέει, είναι αλήθεια, τότε τα αβγά, από άσπρα που είναι, να γίνουν κόκκινα. Έτσι κι έγινε και ο Καίσαρας έμεινε άναυδος.
Ο μπάρμπα-Πύπης, γηραιός φίλος μου, είχεν επτά ή οκτώ καπέλα, διαφόρων χρωμάτων, σχημάτων και μεγεθών, όλα εκ παλαιού χρόνου και όλα κατακαίνουργα, τα οποία εφόρει εκ περιτροπής μετά του ευπρεπούς μαύρου ιματίου του κατά τας μεγάλας εορτάς του ενιαυτού, οπόταν έκαμνε δύο ή τρεις περιπάτους από της μιας πλατείας εις την άλλην διά της οδού Σταδίου. Οσάκις εφόρει τον καθημερινόν κούκον του, με το σάλι του διπλωμένον εις οκτώ ή δεκαέξ δίπλας επί του ώμου, εσυνήθιζε να κάθηται επί τινας ώρας εις το γειτονικόν παντοπωλείον, υποπίνων συνήθως μετά των φίλων, και ήτο στωμύλος και διηγείτο πολλά κ' εμειδία προς αυτούς.
Όταν εμειδία ο μπάρμπα-Πύπης, δεν εμειδίων μόνον αι γωνίαι των χειλέων, αι παρειαί και τα ούλα των οδόντων του, αλλ' εμειδίων οι ιλαροί και ήμεροι οφθαλμοί του, εμειδία στίλβουσα η σιμή και πεπλατυσμένη ρις του, ο μύσταξ του ο ευθυσμένος με λεβάνταν και ως διά κολλητού κηρού λελεπτυσμένος, και το υπογένειόν του το λευκόν και επιμελώς διατηρούμενον, και σχεδόν ο κούκος του ο στακτερός, ο λοξός κ' επικληνής προς το ους, όλα παρ' αυτώ εμειδίων.
Η καημένη η θεια-Μαργαρώ κάπου θα βρίσκεται εκεί ψηλά τώρα στον παράδεισο, που τόσο πολύ πίστευε, παρέα με τ΄ αγγελάκια, στα «χρυσά τα σύννεφα», κοντά στην κυρά την Παναγία και όλους τους Αγίους, που θυμιάτιζε και μνημόνευε με τόσες μετάνοιες, κάθε απόβραδο μπροστά στο εικονοστάσι και προσκυνούσε με τρίδιπλες μετάνοιες στη μικρή ενοριακή της εκκλησιά...
Κι όμως, δεν το 'λπιζε να πάει κι έλεγε:
- Κολάζεται κανένας, γιε μου! Κολάζεται και δεν το καταλαβαίνει! Γι΄ αυτό, δεν πρέπει κανένας να ολιγωρεί και να κάνει τα πρεπούμενα. Εκείνα που μας έχουνε μάθει οι πατεράδες μας και που ξέρανε οι παλιοί...
Κι ανάμεσα σ΄ αυτά τα «πρεπούμενα», που ενέπνεε μιαν αληθινή και αφελής ευλάβεια και πίστη, τις μετάνοιες, τα θυμιάματα, τα σταυροκοπήματα, τ΄ αγιοκέρια που φώτιζαν με την ψιλή τους φλόγα, το εικονοστάσι της γωνιάς με τ΄ άσπρα νταντελωτά μπερντεδάκια, ολονυκτίες στα πανηγύρια, τους όρθρους στις μεγάλες δεσποτικές γιορτές, την ταχτική παρακολούθηση της λειτουργίας και την αυστηρή τήρηση όλων των θρησκευτικών καθηκόντων, η μεγάλη δουλειά ήτανε η Σαρακοστή κι η νηστεία... Νήστευε τα Τετραδοπαράσκευα, νήστευε τις προηγιασμένες, νήστευε των Αγίων Αποστόλων, το Δεκαπενταύγουστο, της Σταυροπροσκύνησης, κάθε φορά που το έγραφαν τα «χαρτιά» και που το νόμιζε αναγκαίο η ψυχούλα της. Μα η μεγάλη νηστεία ήταν η «Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή».
Ο ιστότοπος αυτός, χρησιμοποιεί μικρά αρχεία που λέγονται cookies τα οποία βοηθούν να βελτιωθεί η περιήγησή σας. Αν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτόν τον ιστότοπο, θα υποθέσουμε ότι συμφωνείτε με αυτή την πολιτική...